Σελίδες

ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

ο καιρός

Δευτέρα 8 Ιουνίου 2020

Ένα ιερό στους πρόποδες της Δίρφης; (A sanctuary on the slopes of Mount Dirphis?). Manuel Arjona Perez



ΕΝΑ ΙΕΡΟ ΣΤΟΥΣ ΠΡΟΠΟΔΕΣ ΤΗΣ ΔΙΡΦΗΣ;
Manuel Arjona
Το ορεινό σύστημα της Δίρφης υψώνεται επιβλητικό, με προσανατολισμό ΒΔ-ΝΑ, στην κε-
ντρική Εύβοια (εικ. 1). Η ψηλότερη κορυφή του, η Δέλφη (1.743 μ.), και οι δύο χαμηλότερες βου-
νοκορφές που την πλαισιώνουν, οι Πορτίτσες (1.168 μ.) και τα Πυργάκια (1.198μ.), προβάλλουν
γυμνές πάνω από τις κατάφυτες κλιτύες, όπου μια ζώνη ορεινών κωνοφόρων διαδέχεται μια δα-
σική ζώνη από πλατύφυλλα φυλλοβόλα. Η ονομασία της Δίρφης υπήρξε αρχαιότατη καθώς την
αναφέρουν ο Σιμωνίδης1

, ο Ευριπίδης2
, ο Ευφορίωνας3
, πιθανότατα ο Λυκόφρονας4
, καθώς και ο
Στέφανος ο Βυζάντιος5
.
Η Δίρφη χωρίζει δυο πολύ διαφορετικές γεωγραφικές ενότητες: στα Ν-ΝΔ απλώνεται η εύφο-
ρη πεδιάδα των Ψαχνών ενώ στα Β-ΒΑ απαντάται η κρημνώδης ζώνη της αιγαιακής ακτής της Εύ-
βοιας που εκτείνεται μεταξύ των ακρωτηρίων Αποθήκες και Σαρακήνικο. Σε διάφορα σημεία του
λεκανοπέδιου των Ψαχνών έχουν εντοπιστεί αρχιτεκτονικά κατάλοιπα ή συγκεντρώσεις κεραμι-
κής που χρονολογούνται στην πρώτη χιλιετία π.Χ. Οι αρχαιολογικές αυτές θέσεις αντιστοιχούν
σε μικρούς οικισμούς, αγροικίες και οχυρωματικά έργα6
. Σύμφωνα με ορισμένους ερευνητές, οι
Χαλκιδείς επιχείρησαν να επιβάλουν την κυριαρχία τους στο λεκανοπέδιο ήδη από τα γεωμετρικά
χρόνια7
. Πίσω από αυτή την επεκτατική πολιτική υποκρύπτονταν ανάγκες για εξεύρεση καλλιερ-
γήσιμων εκτάσεων και λιβαδιών. Οι διαθέσιμες μαρτυρίες (φιλολογικές, επιγραφικές, αρχαιολογι-
κές) δεν αναφέρουν καμία πόλη ή πολιτικό μόρφωμα στο λεκανοπέδιο που θα μπορούσε να αντι-
παρατεθεί με τους Χαλκιδείς για τον έλεγχο της περιοχής κατά τη διάρκεια των επονομαζόμενων
ιστορικών χρόνων. Οι επεκτατικές βλέψεις των Χαλκιδέων δεν φαίνεται να συνάντησαν κανένα
εμπόδιο κατά την υλοποίησή τους, σε αντίθεση με όσα συνέβησαν στο Ληλάντιο πέδιο, στο οποίο
οι Ερετριείς αποτέλεσαν σοβαρούς ανταπαιτητές. Αξίζει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι η προσάρτη-
ση της πεδιάδας των Ψαχνών στη Χαλκίδα μαρτυρείται έμμεσα μόλις κατά τον 4ο
αι. π.Χ., όταν ο
1. 85 Page (Απόσπασμα II του Σιμωνίδη).
2. Ηρακλής Μαινόμενος, 185.
3. Fr. 78 Groningen.
4. Ο συγκεκριμένος συγγραφέας αναφέρει ένα βουνό με το όνομα Διρφωσσός (Αλεξάνδρα, 375). Πρόκειται, κατά
πάσα πιθανότητα, για τη Δίρφη, δεδομένου ότι το βουνό μνημονεύεται μαζί με άλλα ευβοϊκά τοπωνύμια. Βλ. και το αντί-
στοιχο σχόλιο (Σχόλιο στο Λυκόφρονα, 374).
5. Βλ. λήμμα «Δίρφη».
6. Ανάμεσα στις αρχαιολογικές θέσεις στην παραθαλάσσια λωρίδα της πεδιάδας μπορούμε να αναφέρουμε ενδεικτι-
κά τις τοποθεσίες Βρυσάκια (Sackett et al. 1966, 53, αρ. 27) και Αγία Παρασκευή Ψαχνών (Sackett et al. 1966, 56, αρ. 33.
Bakhuizen 1985, 134), ενώ στην ενδοχώρα τις τοποθεσίες Κουλουριάδα (Σάμψων 1988-1989, 163), Μακρυκάπα (ΑΔ 27,
1972, Χρονικά, 350) και Μακρυμάλλη (ΑΔ 38, 1983, Χρονικά, 152).
7. Καλλιγάς 1988-1989, 99-100.
930
ΕΝΑ ΙΕΡΟ ΣΤΟΥΣ ΠΡΟΠΟΔΕΣ ΤΗΣ ΔΙΡΦΗΣ;
Ψευδο-Σκύλαξ (§ 58) υπαινίσσεται ότι η πόλη κατείχε το ένα τέταρτο του νησιού. Δικαιολογημέ-
να, λοιπόν, ο S.C. Bakhuizen ονομάζει την πεδιάδα “the great Chalcidian basin”8
.
Σε αντίθεση με το νότιο ορεινό υποσύστημα της Δίρφης, οι βόρειες πλαγιές της παρουσιά-
ζουν ένα ανάγλυφο με πολλές ασυνέχειες. Η κατασκευή αναβαθμών για τη γεωργική εκμετάλλευ-
ση των ορεινών εκτάσεων καθίσταται απαραίτητη. Αρχαιολογικά ευρήματα μαρτυρούν ότι η ζώνη
ανάμεσα στη Δίρφη και τις αιγαιακές ακτές του νησιού κατοικήθηκε από τα γεωμετρικά χρόνια
και εξής9
. Πιθανώς η κατοίκηση αυτή υπήρξε διάσπαρτη καθώς μέχρι στιγμής δεν έχουν αποκα-
λυφθεί μεγάλοι οικισμοί. Εξαιτίας της έλλειψης στοιχείων, δεν γνωρίζουμε ποια ήταν τα πολιτικά
συστήματα που είχαν επικρατήσει στην εν λόγω ζώνη. Αγνοούμε ακόμη πότε η περιοχή περιήλθε
στην επικράτεια της Χαλκίδας. Σε μερικούς από τους φορολογικούς καταλόγους της Α΄ Αθηναϊ-
κής Συμμαχίας του Β΄ μισού του 5ου αι. π.Χ. αναφέρεται ένα ανεξάρτητο μόρφωμα, οι DiakrÁj ¢pÕ
Calkidšwn10. Ο Bakhuizen και ο D. KnoepŒer ταυτίζουν τους Diakršaj ¢pÕ Calkidšwn με τη ζώνη
της αιγαιακής ακτής της Εύβοιας που εκτείνεται μεταξύ των ακρωτηρίων Αποθήκες και Σαρακή-
νικο11. Οι K. Reber, M. Herman Hansen και P. Ducrey ισχυρίζονται ότι οι DiakrÁj ¢pÕ Calkidšwn
βρέθηκαν υπό την κυριαρχία της Χαλκίδας πριν από τα μέσα του 5ου αι. π.Χ. και ότι μόνο κατά τα
βραχύχρονα διαλείμματα παρακμής της πόλης αποτέλεσαν «a short-lived splinter community of
Chalkis»12. Ο Bakhuizen πίστευε κι αυτός με τη σειρά του ότι ο ορεινός όγκος ανήκε στην απο-
κλειστική επικράτεια της Χαλκίδας, η οποία εκτεινόταν μέχρι τις ευβοϊκές ακτές που βρέχονταν
από το Αιγαίο13
.
Η πεδιάδα των Ψαχνών επικοινωνεί με την αιγαιακή ακτή της Εύβοιας μέσω δυο διαδρομών
που τέμνουν δύο διάσελα εκατέρωθεν της Δέλφης. Η ανατολική διαδρομή ξεκινάει από το χωριό
Κάτω Στενή και παρέχει πρόσβαση σε δυο χαράδρες: της Λάμαρης και του Μετοχίου. Αμφότερες
αποτελούν γεωλογικούς σχηματισμούς που καταλήγουν στον Όρμο του Μετοχίου, διαμορφώνο-
ντας δύο φυσικές αρτηρίες επικοινωνίας (εικ. 1).
Τετρακόσια περίπου μέτρα ανατολικά της Κάτω Στενής, σε χαράδρα που διαρέεται από χεί-
μαρρο και ανάμεσα σε πυκνά πλατάνια, βρίσκονται τα κατάλοιπα αρχαίου τοίχου (εικ. 2). Ο τοί-
χος, από τον οποίο σήμερα διακρίνονται 7 δόμοι, είναι κατασκευασμένος με πολυγωνικούς λίθους,
ενώ έχει προσανατολισμό ΒΔ-ΝΑ (εικ. 3). Στις μέρες μας χρησιμεύει σαν αντέρεισμα στον ασφαλ-
τοστρωμένο δρόμο που ενώνει τις κώμες της Κάτω Στενής και της Κάτω Καμπιάς. Ανάμεσα στη
βλάστηση, εντοπίζονται και άλλοι λίθοι, πεσμένοι δίπλα στον τοίχο. Από τη θέση αυτή, που βρί-
σκεται σε υψόμετρο 390 μ., μπορεί κανείς να ατενίσει ολόκληρη την πεδιάδα των Ψαχνών, συμπε-
ριλαμβανομένου του τμήματος που βρέχεται από τα νερά του Ευβοϊκού Κόλπου.
Πρώτη μνεία στα αρχαιολογικά κατάλοιπα γίνεται από τον H.N. Ulrichs το 186314. Ο ερευνη-
τής κάνει λόγο για τον πολυγωνικό τοίχο, για την ύπαρξη πηγής κάτω από αυτόν, καθώς και για
ορθογώνιο λίθο που έφερε αποσπασματικά σωζόμενη επιγραφή. Σύμφωνα με τον Ulrichs, η εμφά-
νιση της λέξης [¢]nšqh[ke (ή [¢]nšqh[kan) αποτελούσε εσωτερικό τεκμήριο για τον θρησκευτικό
χαρακτήρα του κειμένου. Στην επιγραφή είχε χαραχθεί ακόμη το ανθρωπωνύμιο [‘Ar]istofîn, ενώ
8. Bakhuizen 1985, 130.
9. Ενδεικτικά αναφερόμαστε στο αρχαϊκό άγαλμα κούρου που βρέθηκε στο Μετόχι και εκτίθεται στο Μουσείο Χαλ-
κίδας (Τουλούπα 2002, 85), στα θεμέλια κτηρίου στο λόφο Καστρί Λάμαρης (βλ. ΑΔ 16, 1960, Χρονικά, 152, πίν. 134α και
ΑΔ 30, 1975, Χρονικά, 155) και τα λείψανα οχυρώσεων στο λόφο Καστρί Μετοχίου (Σάμψων 1988-1989, 181).
10. IG I3
, 278, VI, 25-26 (434-433 π.Χ.). IG I3
, 71, I, 83-84 (425-424 π.Χ.). IG I3
, 289, I, 15-16 (416-415 π.Χ.). Βλ. ακό-
μη Meritt – Wade-Gery – McGregor 1939-1953, τ. 1, 260-261 και 480-481.
11. Bakhuizen 1985, 141, σημ. 49. KnoepŒer 1997, 376 και σημ. 194.
12. Reber – Hansen – Ducrey 2004, 650.
13. Bakhuizen 1985, 127-138 και εικ. 68-69.
14. Ulrichs 1863, 243 και σημ. 35.
931
MANUEL ARJONA
γινόταν και μια πιθανή αναφορά στη Δήμητρα Ομαρία, [D]»m[ht]ri [Ð]mar…[ai]. Με βάση τα ευ-
ρήματά του, ο γερμανός ερευνητής ταύτισε τον χώρο με ιερό.
Το 1909, ο Γ. Παπαβασιλείου δημοσίευσε σύντομη έκθεση της επίσκεψής του στην αρχαιολο-
γική θέση της Κάτω Στενής15. Ο έλληνας αρχαιολόγος έκανε λόγο για αρχαία κατασκευή ορθογώ-
νιας κάτοψης από την οποία είχαν εν μέρει διατηρηθεί μόνο ο βόρειος και ο νότιος τοίχος, σε μή-
κος 7,60 και 25 περίπου μ. αντίστοιχα. Ο ανατολικός τοίχος είχε καταστραφεί από τον παραρρέο-
ντα χείμαρρο. Ο χώρος ανάμεσα στους δυο σωζόμενους τοίχους ήταν πλακόστρωτος, αλλά οι κά-
τοικοι της περιοχής αποσπούσαν τις πλάκες του δαπέδου για να τις χρησιμοποιήσουν σε νεότε-
ρες κατασκευές. Ο Παπαβασιλείου ανέφερε ακόμη την εύρεση επιγραφής που είχε χαραχθεί στον
βράχο από τον οποίο έρεε η πηγή που ανέφερε ο Ulrichs. Στην επιγραφή διακρίνονταν τα γράμμα-
τα A P O V V / O. Βασισμένος σε αυτή την ανακάλυψη, ο έλληνας μελετητής διατύπωσε την υπό-
θεση ότι τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα έπρεπε να ταυτιστούν με ναό αφιερωμένο στον Απόλλωνα.
Κατά την πρώτη δεκαετία του 20ου αι., οι E. Ziebarth και ο C. Mueller επισκέφθηκαν τη θέση
και εντόπισαν τον πολυγωνικό τοίχο, το μήκος του οποίου υπολόγισαν στα 25 μ. Αν και δεν κατά-
φεραν να βρουν την επιγραφή που ανέφερε ο Παπαβασιλείου16, εντόπισαν μολοντούτο τον ενε-
πίγραφο λίθο που είχε δει μισό αιώνα νωρίτερα ο Ulrichs. Ο Ziebarth αναφέρει ότι ο στίχος όπου
γινόταν αναφορά στη Δήμητρα είχε υποστεί έντονη φθορά, με συνέπεια να διακρίνονται καθα-
ρά μόνο τα γράμματα TRI και M. Ωστόσο, στον αμέσως επόμενο στίχο ο επιγραφολόγος κατά-
φερε να διακρίνει τη λέξη Lh[m]n…h[i]. Η προτεινόμενη από τον Ziebarth ανάγνωση της επι-
γραφής καταχωρίστηκε στις Inscriptiones Graecae με την ταξινομική ένδειξη IG XII, 9, 1172. [¢]
nšqh[kan] / [D]»m[h]tri [Ð]mar…[ai]? / Lh[m]n…h[i] / [ ‘Ar]istofîn Pata…k[ou] // [– – – – – ]
ar£tou / Pol[Ú]ktou
Το 1970-1971 η αρχαιολογική θέση υπέστη φθορές17. Όταν το 1984 η ΙΑ΄ ΕΠΚΑ πραγματο-
ποίησε σύντομη επιθεώρηση του χώρου, διαπιστώθηκε ότι το σωζόμενο μήκος του πολυγωνικού
τοίχου έφτανε μόλις τα 7 μ. Σε απόσταση 2 περίπου μ. νότια του τοίχου και κατά μήκος του, απο-
καλύφθηκε τμήμα κτιστής ή λαξευμένης στο βράχο κρηπίδας, σε ύψος που αντιστοιχεί ίσως στη
θεμελίωση του τοίχου18 (εικ. 4). Εντοπίστηκαν ακόμη διάφορα τμήματα λαξευμένου υδαταγωγού,
τα οποία βρίσκονται στη δυτική παρειά της χαράδρας, κατά τους υπολογισμούς μας, σε απόσταση
30 μ. βόρεια του πολυγωνικού τοίχου και με υψομετρική διαφορά περίπου 8 μ. πάνω από αυτόν. Ο
υδαταγωγός έχει μέγιστο πλάτος 1,30 μ. και βάθος 1,20 μ., ενώ η πορεία του ανιχνεύεται σε μήκος
περίπου 25 μ. (εικ. 5). Όπως υποστήριξε ο Bakhuizen, τα κατάλοιπα αυτά ανήκουν σε έναν κλά-
δο του υδραγωγείου που κατασκευάστηκε με σκοπό την υδροδότηση του άστεως της Χαλκίδας,
25 χλμ. νοτιοδυτικότερα. Πράγματι, σε διάφορα σημεία της πεδιάδας των Ψαχνών έχουν εντοπι-
στεί και άλλα τμήματα του ίδιου αγωγού19. Τέλος, σε απόσταση 50 μ. βορειοανατολικά του πολυ-
γωνικού τοίχου, απαντάται βραχοσκεπή που διακόπτει την πορεία της κοίτης του χειμάρρου. Στο
σημείο σχηματίζεται εποχικός καταρράκτης (εικ. 6). Το στόμιό της έχει πλάτος τουλάχιστον 10,5
μ. και ύψος 5 μ. Στην είσοδο της βραχοσκεπής κείτονται μεγάλα τμήματα βράχων που κατά πάσα
πιθανότητα έχουν καταπέσει από την οροφή, είτε εξαιτίας της διάβρωσης των υπερκειμένων πε-
τρωμάτων, είτε εξαιτίας της σεισμικής δραστηριότητας που συχνά πλήττει τον ευβοϊκό χώρο. Στις
επιχώσεις του δαπέδου της βραχοσκεπής διακρίνονται μισοθαμμένα κρανία αιγοπροβάτων. Όπως
αναφέρει η Ε. Σαπουνά-Σακελλαράκη, η σπηλιά έχει χρησιμοποιηθεί για το στάβλισμα κοπαδιών.
Σε άρθρο που δημοσιεύτηκε το 1984, η L. Breglia Pulci Doria κάνει μνεία στην επιγραφή IG
15. Παπαβασιλείου 1909, 206.
16. Βλ. τα σχόλια που συνοδεύουν την καταχώριση της επιγραφής με την ταξινομική ένδειξη IG XII, 9, 1271.
17. Bakhuizen 1985, 134.
18. ΑΔ 39, 1984, Χρονικά, 124 (Καμπιά).
19. Bakhuizen 1985, 73-74. Reber – Schmid 2000.
932
ΕΝΑ ΙΕΡΟ ΣΤΟΥΣ ΠΡΟΠΟΔΕΣ ΤΗΣ ΔΙΡΦΗΣ;
XII, 9, 1172 και ταυτίζει τις λέξεις «Ομαρία» και «Λημνία» με επικλήσεις που ο τοπικός πληθυσμός
προσέδιδε στη Δήμητρα20. Η ιταλίδα ερευνήτρια επισημαίνει ότι ο Δίας Ομάριος ή Αμάριος υπήρ-
ξε η θεότητα που επόπτευε τις συναντήσεις των Αχαιών της Πελοποννήσου, όπως προκύπτει από
αποσπάσματα του Στράβωνα (8, 7, 3 και 8, 7, 5) και του Πολυβίου (5, 93, 10) καθώς και από την
επιγραφή IG V, 2, 344. Ο Δίας Ομάριος δεχόταν τιμές και στις συναντήσεις των Αχαιών της Νότι-
ας Ιταλίας, όπως μαρτυρά ο Πολύβιος (2, 39, 6)21. Η L. Breglia Pulci Doria ταυτίζει τον Δία Ομά-
ριο των Αχαιών της Πελοποννήσου με τον Δία Ομαγύριο, ο οποίος, σύμφωνα με τον Παυσανία (7,
24, 2), είχε ιερό στο Αίγιο22. Δεδομένου ότι η επίκληση «Ομαγύριος» μοιάζει να σχετίζεται με το
ρήμα «ÐmhgÚrein» (συγκεντρώνω)23, η Breglia Pulci Doria θεωρούσε πιθανό η επίκληση «ομά-
ριος» –κατά τη γνώμη της, συγγενική με την επίκληση «ομαγύριος»– να σχετίζεται με ένα αμάρ-
τυρο ρήμα «Ðmhre‹n» –συνώνυμο του ρήματος «ÐmhgÚrein». Η Δήμητρα Ομαρία στη Δίρφη θα
ήταν, επομένως, η επιβλέπουσα και εγγυήτρια θεότητα των συναντήσεων ή συνόδων πολιτικού ή
θρησκευτικού χαρακτήρα που τελούνταν στις πλαγιές του βουνού. Η Breglia Pulci Doria ισχυρί-
ζεται ακόμη ότι η επίκληση Ομάριος/Ομαρία ανάγεται σε αρχαιότατους χρόνους, μια και σε αντί-
θετη περίπτωση δεν θα ήταν δυνατό να απαντάται ταυτόχρονα τόσο στο μητροπολιτικό χώρο όσο
και στις αποικίες. Η δεύτερη επίκληση που αποδίδεται στην επιγραφή IG XII, 9, 1172 στη Δήμη-
τρα, Λημνία, παραπέμπει κατά την ερευνήτρια στη Λήμνο. Όπως είναι γνωστό, στο νησί δέχονταν
τιμές οι Κάβειροι. Βασισμένη σε γραπτές πηγές, η Breglia Pulci Doria υποθέτει ότι η Δήμητρα συλ-
λατρευόταν με τους Καβείρους24. Ισχυρίζεται μάλιστα ότι η λατρεία τους από κοινού με τη Δήμη-
τρα μεταδόθηκε στην Εύβοια στις αρχές της πρώτης χιλιετίας π.Χ., την εποχή δηλαδή που –πάντα
κατά την Breglia Pulci Doria– οι Άβαντες έφτασαν στο ανατολικό Αιγαίο και έδωσαν την ονομα-
σία Εύβοια σε μια περιοχή της Λήμνου (Στράβωνας, 10, 1, 15).
Τα αρχαιολογικά κατάλοιπα της Κάτω Στενής επίσης προσείλκυσαν το ενδιαφέρον των K.
Reber και S.G. Schmid25. Ωστόσο, η προσοχή των Ελβετών ερευνητών επικεντρώθηκε κυρίως στα
σωζόμενα τμήματα του υδαταγωγού. Από την έρευνά τους προκύπτει ότι ο αγωγός ανάγεται στο
δεύτερο μισό του 1ου ή ακόμη και στο 2ο
αι. μ.Χ. Όσον αφορά τον πολυγωνικό τοίχο, οι ερευνη-
τές δεν απορρίπτουν την πιθανότητα να πρόκειται για αναλημματικό έργο. Η κατασκευή θα γε-
φύρωνε το χάσμα της χαράδρας και θα εξασφάλιζε τη διάβαση στους ταξιδιώτες, οι οποίοι διέσχι-
ζαν τους νότιους πρόποδες της Δίρφης, ακολουθώντας κατά προσέγγιση μια ισοϋψή που διέγρα-
φε περιμετρικά την πεδιάδα των Ψαχνών.
Βρισκόμαστε άραγε μπροστά σε ένα έργο οδοποιίας –και μάλιστα τμήμα γέφυρας; Ή έχουμε
να κάνουμε με τα κατάλοιπα ιερού που ιδρύθηκε σε παραμεθόρια θέση, η οποία αποτελούσε κομ-
βικό σημείο χερσαίας επικοινωνίας; Το ερώτημα αυτό δεν επιδέχεται εύκολη απάντηση καθώς –
όπως φάνηκε από τα παραπάνω– δεν έχει μέχρι στιγμής πραγματοποιηθεί εκτεταμένη ανασκαφι-
κή έρευνα στον ευρύτερο χώρο. Αναγκαστικά πρέπει να περιοριστούμε σε εκείνα τα στοιχεία που
είναι ορατά στην επιφάνεια. Δυστυχώς, τα όστρακα και τα θραύσματα κεράμων που διακρίνονται
ανάμεσα στη βλάστηση έχουν υποστεί τόσο έντονη φθορά ώστε τα διαγνωστικά δείγματα είναι
ελάχιστα. Το γεγονός αυτό δεν προξενεί έκπληξη καθώς η θέση, όπως αναφέρθηκε νωρίτερα, πα-
20. Breglia Pulci Doria 1984, 69-74.
21. Βλ. Moggi 2002, 118 κ.ε.
22. Η ταύτιση του Δία Ομάριο με τον Δία Ομαγύριο αμφισβητείται από ερευνητές όπως οι C. Morgan και J. Hall, βλ.
Morgan – Hall 1996. Για μία συνοπτική παρουσίαση του ζητήματος, βλ. Osanna 1996, 204-209.
23. Βλ. Ησύχιος, λήμμα “ÐmhgÚrein”.
24. Η ερευνήτρια παραπέμπει στο σχόλιο 74 g του Ολυμπιόνικου 13 του Πίνδαρου όπου η Δήμητρα σχετίζεται με τις
Λημνίες Νύμφες και στη συνέχεια ταυτίζει αυτές με τις Καβειρίδες Νύμφες που μνημονεύονται από τον Φερεκύδη (FGrH
3, F48 = Στράβωνας, 10, 3, 21).
25. Reber – Schmid 2000.
933
MANUEL ARJONA
ρουσιάζει έντονη κλίση· διαρέεται από εποχικό χείμαρρο· χρησιμοποιείται ως βοσκότοπος· και
έχει παραμορφωθεί από τα έργα διάνοιξης και ασφαλτόστρωσης του δρόμου Κάτω Στενής–Κάτω
Καμπιάς. Από ιδιωτική συνομιλία με τον καθηγητή Γ. Πίκουλα πληροφορούμαστε ότι κατά τη δι-
άρκεια επίσκεψής του στη θέση πριν από 16 χρόνια εντόπισε θραύσματα ερυθροβαφών αγγείων.
Σε κάθε περίπτωση, η προσοχή μας θα εστιαστεί εδώ στον πολυγωνικό τοίχο, στην χρονολογική
του σχέση με τον υδαταγωγό, και στη βραχοσκεπή.
Ο τοίχος είναι εξαιρετικά επιμελημένης κατασκευής (εικ. 7 και 8). Οι κατώτεροι ορατοί δόμοι
αποτελούνται από τετράπλευρους λίθους και δείχνουν τάση προς ευθυγράμμιση. Κατά τόπους οι
πλάγιοι αρμοί των λίθων παρουσιάζουν λοξή κλίση. Η τοιχοποιία τείνει εν γένει προς το ακανόνι-
στο τραπεζιόσχημο σύστημα. Στους ανώτερους δόμους η τοιχοδομία γίνεται πολυγωνική, με ακα-
νόνιστους πεντάπλευρους λίθους, τοποθετημένους σε δόμους που τείνουν προς την ευθυγράμμι-
ση. Παρόμοια παραδείγματα τοιχοποιίας απαντούν, λόγου χάρη, σε τμήματα των τειχών της Ασί-
νης26 και του Αγίου Αδιανού/Κατσιγρίου κοντά στο Ναύπλιο27. Ο R.L. Scranton ονόμασε αυτήν
την τοιχοδομία «coursed polygonal» και τη χρονολόγησε στα τέλη της κλασικής περιόδου ή τις
αρχές της ελληνιστικής28. Ωστόσο, ο F.E. Winter ισχυρίζεται ότι τα χρονολογικά αυτά περιθώρια
πρέπει να αναθεωρηθούν και τοποθετεί το ανώτερο όριο για την εμφάνισή της στον 5ο
αι. π.Χ. επι-
σημαίνοντας ότι εξακολούθησε να χρησιμοποιείται κατά περιστάσεις και στα ύστερα ελληνιστι-
κά χρόνια29. Ως εκ τούτου, η τοιχοδομία δεν μπορεί να αποτελέσει ακριβές χρονολογικό εργαλείο.
Ας επισημανθεί ακόμη ότι ο Πίκουλας προτείνει να χαρακτηρίζεται αυτή η τοιχοδομία ως «επιμε-
λημένη ακανόνιστη τραπεζιόσχημη», καθώς «είναι εμφανής η γενική εικόνα του οριζόντιου αρμού
μεταξύ των δόμων, έστω με αποκλίσεις που […] τον κάνουν τεθλασμένο σε ορισμένα σημεία»30
.
Σε κάθε περίπτωση, πιστεύουμε ότι δεν θα απείχαμε πολύ από την πραγματικότητα αν υπο-
στηρίξουμε ότι ο τοίχος είναι κατά πολύ προγενέστερος από τον υδαταγωγό. Στην ουσία, έχουμε
να κάνουμε με δυο επιμέρους έργα που εξυπηρετούσαν διαφορετικούς σκοπούς: ένα μεταγενέστε-
ρο για την κάλυψη των υδρευτικών αναγκών του χαλκιδικού άστεως και ένα πρωιμότερο για την
εξυπηρέτηση κυρίως του τοπικού πληθυσμού.
Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, η παρουσία έμπειρων λιθοξόων πρέπει να υπήρξε απαραίτη-
τη κατά την ανέγερση του πολυγωνικού τοίχου, προκειμένου να εξασφαλιστεί η ακριβής λάξευση
των λίθων και η αρμολόγησή τους. Η πιθανώς χρονοβόρα και φροντισμένη εργασία των λιθοξό-
ων αποσκοπούσε στη σύνθεση μίας ιδιαίτερα διακοσμητικής επιφάνειας που οπωσδήποτε προορι-
ζόταν για να είναι ορατή. Μπορεί λοιπόν να θεωρηθεί πειστική η υπόθεση που ερμηνεύει μια τόσο
προσεγμένη κατασκευή ως απλή γέφυρα σε αγροτική περιοχή; Η Π. Βούγια επισημαίνει σχετικά
ότι το ακανόνιστο τραπεζιόσχημο σύστημα τοιχοποιίας χρησιμοποιήθηκε κατά τα κλασικά έως
και τα ρωμαϊκά χρόνια και για την κατασκευή γεφυρών31. Πράγματι, η τοιχοποιία απαντά στην
αρχαία γέφυρα που βρίσκεται πάνω στο ρέμα Ρασίνα, κοντά στο χωριό Ξηροκάμπι Λακωνίας, και
χρονολογείται, σύμφωνα με ορισμένους ερευνητές, στα ελληνιστικά ή τα ρωμαϊκά χρόνια32
.
Είναι πάντως αξιοσημείωτο, όσον αφορά τον πολυγωνικό τοίχο στη Δίρφη, ότι μπροστά και
σε μικρή απόσταση από αυτόν διακρίνεται τμήμα κτιστής κρηπίδας. Μήπως μπορούμε να υποθέ-
σουμε βασισμένοι σε αυτήν την ένδειξη ότι ο τοίχος παράλληλα με την αναληματική του χρήση
αποτελούσε και την οπίσθια πλευρά στοάς;
26. Βλ. Frödin – Persson 1938, 27 κ.ε.
27. Karo 1915.
28. Scranton 1941, 52 κ.ε.
29. Winter 1971, 95-100.
30. Πίκουλας 1995, 326.
31. Bougia 1996, 403.
32. Bougia 1996, 233-237. Βλ. ακόμη Πίκουλας 1988, 222, 280 σημ. 698.
934
ΕΝΑ ΙΕΡΟ ΣΤΟΥΣ ΠΡΟΠΟΔΕΣ ΤΗΣ ΔΙΡΦΗΣ;
Η βραχοσκεπή που βρίσκεται 50 περίπου μέτρα ΒΑ του πολυγωνικού τοίχου ενδέχεται να
εξυπηρετούσε λατρευτικούς σκοπούς. Γραπτές πηγές μας πληροφορούν για σπηλιές στην Εύβοια
που σχετίζονταν με τοπικές λατρείες33. Η μορφή που παρουσιάζει η αρχαιολογική θέση της Κάτω
Στενής μας φέρνει στο νου την περιγραφή του Παυσανία (8, 42) για μία σπηλιά στο όρος Ελάιον,
στη νότια δηλαδή περιφέρεια της επικράτειας της Φιγαλίας, όπου λατρευόταν η Δήμητρα Μέλαι-
να. Στην είσοδο της σπηλιάς υπήρχε άλσος και πηγή κρύου νερού, καθώς και βωμός όπου προ-
σφέρονταν αναίμακτες θυσίες. Εκτός από καρπούς ήμερων δέντρων και δημητριακών, οι ντόπιοι
προσέφεραν στη θεά κερήθρες μελισσών και μαλλί προβάτων. Στο εσωτερικό της πελοποννησια-
κής σπηλιάς είχε τοποθετηθεί ξόανο, το οποίο ωστόσο καταστράφηκε όταν μέρος της οροφής της
σπηλιάς κατέρρευσε.
Η υπόθεση ότι η ευβοϊκή θέση φιλοξένησε πράγματι ένα ιερό αφιερωμένο στη Δήμητρα Ομα-
ρία, θεάς της καλλιέργειας και προστάτιδας των συνελεύσεων, φαντάζει πολύ ελκυστική. Διάφο-
ρα κέντρα λατρείας της Δήμητρας εντοπίζονταν στους πρόποδες βουνών, δίπλα σε άλση και πη-
γές νερού. Ως παράδειγμα μπορούμε να αναφέρουμε, εκτός από το ιερό της Δήμητρας Μέλαι-
νας στην περιοχή της Φιγαλίας, το ιερό της Δήμητρας Μυσίας σε απόσταση 60 περίπου σταδίων
από την Πελλήνη (Παυσανίας, 7, 27, 9). Ως προς το υδάτινο στοιχείο, αυτό απαντά σε πολυάριθ-
μα ιερά αλλά και σχετίζεται με τις τελετές της θεάς34. Επιπλέον, η αρμοδιότητα, που σύμφωνα με
την L. Breglia Pulci Doria αποδιδόταν στη Δήμητρα της Δίρφης, μαρτυρείται και από το περίφη-
μο ιερό της θεάς στις Θερμοπύλες, το οποίο αποτελούσε οδικό κόμβο και την πρωταρχική έδρα
της Δελφικής Αμφικτιονίας35. Ωστόσο, πρέπει να παραδεχθούμε ότι η συμπλήρωση της επιγρα-
φής που πρότειναν οι Ulrichs και Ziebarth δεν είναι οπωσδήποτε ασφαλής. Η αναζήτησή εναλλα-
κτικών αναγνώσεων του κειμένου μάς οδήγησε στη σκέψη ότι η λέξη που περιείχε τα γράμματα
«ΜΑΡΙ», αντί «ΟΜΑΡΙΑ», θα μπορούσε να συμπληρωθεί, για παράδειγμα, ως «ΑΜΑΡΗ», όρος
που δηλώνει τον «οχετό» ή τον «υδαταγωγό». Θα μπορούσε επίσης να αποτελεί ομόριζο παράγω-
γο της λέξης «ΑΜΑΡΗ», σχηματίζοντας για παράδειγμα ένα πιθανό επίθετο «ΑΜΑΡΙΑ». Αν αυτή
η αποκατάσταση του ονόματος της θεάς στην επιγραφή είναι ορθή, τότε ίσως βρισκόμαστε ενώ-
πιον μιας αναφοράς στη Δήμητρα Αμαρία, δηλαδή τη Δήμητρα «του υδαταγωγού». Η υποθετική
αυτή αποκατάσταση προσκρούει, ομολογουμένως, στο σοβαρό εμπόδιο ότι η συγκεκριμένη επί-
κληση είναι αμάρτυρη.
Εξίσου ελκυστική αν και όχι απόλυτα ασφαλής είναι η ταύτιση της θέσης αυτής από τον Παπα-
βασιλείου με ιερό του Απόλλωνα –υπόθεση που στηρίχτηκε σε εξαιρετικά δυσανάγνωστη επιγρα-
φή την οποία ο μελετητής κατάφερε να διακρίνει πάνω σε παρακείμενο βράχο. Στην αρχαία Ελλά-
δα, πολλά ιερά του Απόλλωνα είχαν ιδρυθεί στους πρόποδες βουνών, σε μεθοριακές ζώνες μεταξύ
πόλεων. Ορισμένα από αυτά περιλάμβαναν εντός των ορίων τους σπηλιές και πηγές νερού, όπως,
παραδείγματος χάρη, συνέβαινε στο βοιωτικό ιερό του Πτώου Απόλλωνα36. Είναι γνωστό, ακό-
μη, ότι ο Απόλλωνας λατρεύθηκε ως θεός της γονιμότητας της γης37. Παρόλα αυτά, το σπάραγμα
της επιγραφής που ανέγνωσε ο Παπαβασιλείου ενδέχεται να αντιστοιχούσε σε ένα ανθρωπωνύ-
μιο (όπως Απολλώνιος ή Απολλόδωρος) και όχι σε θεωνύμιο.
Επιπροσθέτως δεν μπορούμε να παραβλέψουμε την πληροφορία που παραδίδει ο Στέφανος ο
Βυζάντιος στο λήμμα «Δίρφυς», σύμφωνα με την οποία η Ήρα λατρευόταν ως Διρφία. Ο γραμμα-
τικός δεν διευκρινίζει εντούτοις τον τόπο τέλεσης της συγκεκριμένης λατρείας. Η συσχέτιση της
33. Βλ. Στράβωνα, 9, 3, 14 και 10, 1, 3. Παυσανίας, 2, 23, 1.
34. Cole 1988, 164-165.
35. Sánchez 2001.
36. Schachter 1981-1994, τ. 1: 52 κ.ε. με σχετική βιβλιογραφία.
37. Μνημονεύουμε εδώ τη δηλιακή λατρεία στον Απόλλωνα Γενέτωρα, ο οποίος δεχόταν σιτάρι. Βλ. Bruneau 1970,
161-164.
935
MANUEL ARJONA
Ήρας με τα όρη είναι ευρέως μαρτυρημένη στην Αρχαία Ελλάδα και από πρωιμότερες ακόμη πε-
ριόδους. Έτσι, για παράδειγμα, το ιερό της θεάς στην Ερμιόνη εντοπιζόταν στο όρος Πρων38, ενώ
στο Αραχναίον όρος υπήρχε βωμός αφιερωμένος στο Δία και στη σύζυγό του39. Τέλος, υπενθυμί-
ζουμε ότι η Ήρα συνδεόταν και με ένα ακόμη όρος της Εύβοιας, την Όχη40. Μπροστά στην εικόνα
που αναδύεται, καθίσταται πολύ ελκυστική η υπόθεση ότι η Ήρα Διρφία δεν πήρε απλώς την επί-
κλησή της από τη Δίρφη, αλλά και ότι ενδεχομένως ο τόπος λατρείας της βρισκόταν πάνω στον
ομώνυμο ευβοϊκό ορεινό όγκο. Οφείλουμε, πάντως, να είμαστε προσεκτικοί: Ίσως η Ήρα Διρφία
να λατρευόταν αποκλειστικά σε ένα αστικό χαλκιδικό ιερό, το οποίο, ως εκ τούτου, θα αποτελού-
σε παράδειγμα παρεμφερές με αυτό του ιερού του Δία Ολύμπιου που αναφέρεται στην επιγραφή
IG I3
, 40.
Αν δεχτούμε την υποθετική ταύτιση της θέσης με ιερό πρέπει να αναρωτηθούμε, όχι μόνο για
το όνομα της θεότητας που δεχόταν τιμές εδώ, αλλά και για την ταυτότητα των πιστών που σύ-
χναζαν στο λατρευτικό κέντρο. Στην επιγραφή IG XII, 9, 1172 ίσως αναφέρονται τουλάχιστον τρία
κύρια ονόματα (Αριστοφών, Πάταικος και Πόλυκτος)41, κανένα εκ των οποίων όμως δεν φαίνε-
ται να συνοδεύεται από εθνικό προσδιορισμό. Δεδομένης της απόστασης που χωρίζει την πόλη
της Χαλκίδας από τη Στενή –25 περίπου χλμ.– δεν φαίνεται πολύ πιθανό οι αρχαίοι κάτοικοι του
αστικού κέντρου να συμμετείχαν τακτικά στις τελετές του υποθετικού αυτού ιερού. Στην εγγύς
περιοχή της Στενής έχουν εντοπιστεί κατά καιρούς διάφορες αρχαιολογικές θέσεις. Στις αρχές του
20ου αι. ο Γ.Α. Παπαβασιλείου έκανε λόγο για την ύπαρξη φρουρίου στο ύψωμα Κοτρώνι, κοντά
στη θέση Μαυρόπουλο. Εκεί, ο έλληνας λόγιος ανακάλυψε «λείψανα ουκ ολίγα οικημάτων, κερά-
μων και αγγείων», τα οποία δήλωναν την παρουσία αξιόλογης εγκατάστασης που, κατά τα λεγό-
μενά του, ανήκε στους Διακρείς της Εύβοιας42. Επίσης σε κοντινή απόσταση από τη Στενή, βρί-
σκεται ο σημερινός οικισμός Λούτσα, από όπου αναφέρεται η εύρεση πήλινης κεφαλής Σατύρου,
ύψους 12 εκατοστών43. Πληροφορίες που κατά καιρούς έχουν δει το φως της δημοσιότητας σε το-
πικά έντυπα και εκδόσεις κάνουν λόγο για ύπαρξη στην περιοχή λειψάνων κλασικών και ελληνι-
στικών χρόνων. Παρόμοιες ειδήσεις έχουν δημοσιευθεί για την Κάτω Καμπιά, τους Καθενούς και
τον Άγιο Αθανάσιο44
.
Σε αυτό λοιπόν το δίκτυο των αρχαίων οικισμών της περιοχής πρέπει ίσως να αναζητηθεί η
προέλευση των πιστών που σύχναζαν στο πιθανό ιερό που μας απασχόλησε εδώ. Από τα παραπά-
νω γίνεται, νομίζουμε, εμφανές ότι μόνο η διενέργεια ανασκαφών μπορεί να δώσει οριστική απά-
ντηση στα ερωτήματα που ανακύπτουν σχετικά με την ακριβή φύση των σωζόμενων αρχαιοτήτων,
την έκτασή τους, τον προορισμό και τη χρονολόγησή τους.
38. Βλ. Παυσανία, 2, 36, 2. Για το ιερό, Gadolou 2002, 37-43, όπου και σχετική βιβλιογραφία.
39. Παυσανίας, 2, 25, 10. Βλ. Polignac 2002.
40. Στέφανος ο Βυζάντιος, λήμμα «Κάρυστος».
41. «Αριστοφών» είναι ένα κοινό όνομα στην Ερέτρια και στους δήμους της. Βλ. IG XII, 9, 755 (3ος αι. π.Χ.), 246Α
(4ος - 3ος αι. π.Χ.) και 240 (4ος - 3ος αι. π.Χ.). Το όνομα «Πάταικος» απαντά στην επιτύμβια στήλη των ελληνιστικών χρό-
νων, IG XII, 9, 1066, που εντοπίστηκε κοντά στη Χαλκίδα. Άλλη επιγραφή από την Ερέτρια, η IG XII, 9, 249Α (4ος - 3ος αι.
π.Χ.), αναφέρει άλλον Πάταικο. Το όνομα «Πολύκτωρ» δεν απαντάται στην Εύβοια. Ωστόσο, «Πολύκτητος» απαντά σε
δήμο της Ερέτριας (IG XII, 9, 245Β, 315 (4ος - 3ος αι. π.Χ.).
42. Παπαβασιλείου 1909, 206-207.
43. ΑΔ 21 (1966), Χρονικά, 232.
44. Βλ. π.χ. για τις θέσεις Θηλή, Προφήτη Ηλία και Διαολάκιζα, Παπακωνσταντίνου 1972.
936
ΕΝΑ ΙΕΡΟ ΣΤΟΥΣ ΠΡΟΠΟΔΕΣ ΤΗΣ ΔΙΡΦΗΣ;
RESUMEN
¿ UN SANTUARIO EN LAS VERTIENTES DEL MONTE DIRFIS ?
Manuel Arjona
En las laderas meridionales del DirÅs, aproximadamente a unos 400 m al este de la localidad de
Kato Stení, se conservan los restos de un antiguo muro poligonal de aterrazamiento, que atraviesa
una quebrada perÅlada por un torrente de cauce estacional. Del alzado del muro se conservan
unas 7 hileras. A unos pocos metros de la estructura se han detectado varios tramos de un acueducto,
cincelados sobre la roca madre, así como una amplia cueva. Junto al muro se hallaron dos
inscripciones que parecen referirse a los cultos de Deméter (IG XII, 9, 1172) y Apolo (IG XII, 9,
1271). También cabe tener en cuenta una alusión de Esteban de Bizancio (lema “DirÅs”) relativa a
la existencia de un culto a Hera DirÅa en Eubea. En el presente artículo indagamos en las diferentes
actividades que pudieron haberse desarrollado, durante el primer milenio a.C., en este posible
santuario liminal euboico.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Bakhuizen S.C., 1985. Studies in the Topography of Chalcis on Euboea (a discussion on the sources),
Chalcidian Studies I, Leiden.
Breglia Pulci Doria L., 1984. Demetra tra Eubea e Beozia e i suoi rapporti con Artemis, στο Recherches
sur les cultes grecs et l’Occident, 2, Naples, 69-88.
Bruneau Ph., 1970. Recherches sur les cultes de Délos à l’époque hellénistique et à l’époque impériale
( BÉFAR 217), Paris.
Bougia P., 1996. Ancient Bridges in Greece and coastal Asia Minor (αδ. διδ. διατριβή Παν. Pennsylvania).
Cole S.G., 1988. Êe Uses of Water in Greek Sanctuaries, στο Hägg R. – Marinatos N. – Nordquist
G.C. (επιμ.), Early Greek Cult Practice. Proceedings of the FiKh International Symposium at the
Swedish Institute at Athens, 26-29 June, 1986, Stockholm, 161-165.
Frödin O. – Persson A.W., 1938. Asine. Results of the Swedish Excavations 1922-1930, Stockholm.
Gadolou A., 2002. Êe Formation of the Sacred Landscapes of the Eastern Argolid, 900-700 B.C. A
Religious, Social and Political Survey, στο Hägg 2002, 37-43.
Groningen B.A. van, 1977. Euphorion, Amsterdam.
Hägg R. (επιμ.), 2002. Peloponnesian Sanctuaries and Cults. Proceedings of the Ninth International
Symposium at the Swedish Institute at Athens, 11-13 June, 1994, Stockholm.
Karo G., 1915. Katsingri, AM 40, 106-110.
Καλλιγάς Π.Γ., 1988-1989. Η Πρώιμη Αρχαία Χαλκίδα, AAX 3, 88-105.
KnoepŒer D., 1997. Le territoire d’Erétrie et l’organisation politique de la cité (dêmoi, chôroi, phylai),
στο Herman Hansen M. (επιμ.), ]e Polis as an Urban Centre and as a Political Community.
Symposium August, 29-31 1996 (Acts of the Copenhagen Polis Centre, vol. 4), Copenhagen,
352-449.
Meritt B.D. – Wade-Gery H.T. – McGregor M.F., 1939-1953. ]e Athenian Tribute Lists, τ. 1-4,
Cambridge (Mass.) - Princeton.
937
MANUEL ARJONA
Moggi M, 2002. Sulle origini della lega achea, στο Greco E. (επιμ.), Gli Achei e l´identità etnica degli
Achei d´Occidente. Atti del Convegno Internazionale di Studi. Paestum, 23-25 febbraio 2001,
Paestum-Atene, 117-132.
Morgan C. – Hall J., 1996. Achaian Poleis and Achaian Colonisation, στο Herman Hansen M.
(επιμ.), Introduction to an Inventory of Poleis. Symposium August, 23-26 1995. Acts of the Copenhagen
Polis Centre, τ. 3, Copenhagen, 164-232.
Osanna M., 1996. Santuari e culti dell´Acaia Antica, Napoli.
Page D.L. (επιμ.), 1975, Epigrammata Graeca, Oxford.
Παπαβασιλείου Γ.Α., 1909. Ανασκαφαί εν Ευβοίαι, ΠΑΕ, 206-208.
Παπακωνσταντίνου, Λ. 1972. Η Ευβοϊκή Μεσσάπια, Αθήναι.
Πίκουλας Γ.Α., 1988. Η Νότια Μεγαλοπολιτική Χώρα από τον 8ο
π.Χ. ως τον 4ο
μ.Χ. αιώνα (διδ.
διατριβή), Αθήνα.
Πίκουλας Γ.Α., 1995. Οδικό δίκτυο και άμυνα. Από την Κόρινθο στο Άργος και την Αρκαδία, Αθήνα.
Polignac Fr. de, 2002. Cultes de sommet en Argolide et Corinthie. Eléments d’interprétation, στο
Hägg 2002, 119- 122.
Reber K. – Hansen M.H. – Ducrey P., 2004. Euboia, στο Hansen M.H. – Nielsen T.H. (επιμ.), An
Inventory of Archaic and Classical Poleis, Oxford, 643-663.
Reber K. – Schmid S.G., 2000. Zur Wasserversorgung von Chalkis (Euböa). I. Die Wasserleitung
von Ano Kambia nach Kato Steni, AM 115, 359-387.
Sackett LH. et al., 1966. Prehistoric Euboea: Contributions toward a Survey, BSA 61, 33-112.
Σάμψων Α., 1988-1989. Επισήμανση αρχαιολογικών θέσεων στην Εύβοια, ΑΑΧ 3, 163-181.
Sánchez P., 2001. L’Amphictionie des Pyles et de Delphes. Recherches sur son rôle historique, des origines
au IIe
siècle de notre ère, Stuttgart.
Schachter A., 1981-1994. Cults of Boiotia, London.
Scranton R.L., 1941. Greek Walls, Cambridge (Massachusetts).
Τουλούπα Ε., 2002. Τα εναέτια γλυπτά του ναού του Απόλλωνος Δαφνηφόρου στην Ερέτρια, Αθήνα.
Ulrichs H.N., 1863. Reisen und Forschungen in Griechenland. II. Topographische und archäologische
Abhandlungen, Berlin.
Winter F.E., 1971. Greek Fortications, Toronto.
938
ΕΝΑ ΙΕΡΟ ΣΤΟΥΣ ΠΡΟΠΟΔΕΣ ΤΗΣ ΔΙΡΦΗΣ;
Εικ. 2. Χαράδρα ανατολικά της Κάτω Στενής. Δεξιά από Εικ. 3. Πρόσοψη του αρχαίου τοίχου.
τον ασφαλτοστρωμένο δρόμο διακρίνεται ο αρχαίος τοίχος.
Εικ. 1. Η κεντρική Εύβοια.
NOTIOS EUB. KOLPOS
PEDIADA TWN YACNWN
DIRFH
PUXARIAS
XEROBOUNI
AKR. SARAKHNIKO
AIGAIO PELAGOS
AKR.
APOQHKES
OLUMPOS
DELFH
.
ERETRIA
.CALKIDA
1 KATW STENH
2 LAMARH
3 METOCI
.
1
.
.
2
3
939
MANUEL ARJONA
Εικ. 7. Λεπτομέρεια του αρχαίου τοίχου. Εικ. 8. Λεπτομέρεια του αρχαίου τοίχου.
Εικ. 5. Τμήμα του υδαταγωγού. Εικ. 6. Η βραχοσκεπή.
Εικ. 4. Λείψανα από κρηπίδα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: