Οι ανησυχίες για κατάρρευση των αποτιμήσεων των ελληνικών τραπεζών, αλλά και ο φόβος για τις εξελίξεις που θα φέρει η «κηδεμονία» του τραπεζικού συστήματος από το ΔΝΤ είναι η αιτία για το χτεσινό κραχ των τραπεζικών μετοχών. Αυτό το γεγονός έχει ανησυχήσει έντονα τους εγχώριους και διεθνείς επενδυτές, αφού η απώλεια ήταν διψήφια για τις τέσσερις κορυφαίες τράπεζες και ο τραπεζικός δείκτης FTSE κατέγραψε απώλειες άνω του 50% σε εξαμηνιαία βάση. Ακόμη και στα τρέχοντα χαμηλά επίπεδα αποτιμήσεων, όπου ολόκληρο το ελληνικό τραπεζικό σύστημα κοστίζει λιγότερο από 20 δις ευρώ, ίσως οι ελληνικές τράπεζες θεωρούνται ακριβές ..
Αυτό μπορεί να οφείλεται στα ελληνικά ομόλογα, και επειδή είναι άγνωστο πότε θα λήξει αυτή η κατάσταση, οι ελληνικές τράπεζες θα «κουβαλούν» για άγνωστο χρονικό διάστημα αρνητικές υπεραξίες από το χαρτοφυλάκιο των κρατικών τίτλων τους. Οι τίτλοι αυτοί έχουν εικονική αξία 4ο δις ευρώ αφού αποτιμώνται με βάση το κόστος κτήσεως και όχι τις τρέχουσες τιμές. Σε αυτό το σημείο αξίζει να σημειωθεί ότι οι τράπεζες δεν μπορούν να απαλλαγούν από τα ομόλογα αφού είναι υποχρεωμένες να τα διακρατούν μέχρι τη λήξη τους, για να αποφύγουν την εγγραφή λογιστικών ζημιών, με αφαίρεση τους από ίδια κεφάλαια.
Εξαιτίας της ύφεσης στην οποία βρίσκεται η χώρα, όλα τα βασικά μεγέθη των τραπεζών τα επόμενα χρόνια βρίσκονται στο κόκκινο, οι επισφάλειες θα αυξηθούν ανεξέλεγκτα και οι καταθέσεις προβλέπεται ότι θα κινηθούν αρνητικά. Η ανάπτυξη του ελληνικού τραπεζικού συστήματος βασίζεται στις χορηγήσεις οι οποίες αναμένεται να μειωθούν. Ακόμα και αν εμφανίσουν κερδοφορία οι ελληνικές τράπεζες ένα μεγάλο μέρος της θα καταλήξει στην εφορία , αφού σύμφωνα με την «τρόικα» επεκτείνεται τουλάχιστον για τρία χρόνια η «επέκταση» της φορολογίας στις επιχειρήσεις με μεγάλη κερδοφορία. Στόχος είναι τα ετησία έσοδα να φτάσουν τουλάχιστον τα 600 εκατ. ευρώ και υπολογίζεται ότι το ένα τρίτο θα προέλθει από τις τράπεζες.
Το προσεχές διάστημα οι τράπεζες θα αντιμετωπίσουν προβλήματα κεφαλαιακής επάρκειας και δεν θα μπορούν να αντλήσουν από την αγορά για να αυξήσουν το κεφάλαιό τους. Επιπλέον θα έχουν να αντιμετωπίσουν σκληρή κηδεμονία από το ΔΝΤ, μέσω του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής σταθερότητας που πρόκειται να συσταθεί.
Το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας έχει θα συσταθεί με σκοπό να διατηρήσει τη σταθερότητα στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα χορηγώντας ίδια κεφάλαια σε περιπτώσεις σημαντικής συρρίκνωσης των κεφαλαίων. Τα ίδια κεφάλαια θα παρέχονται με τη μορφή προνομιούχων μετοχών, οι οποίες θα μετατρέπονται σε κοινές, σε επόμενο στάδιο και σομφών με κανόνες που θα εξειδικευθούν περαιτέρω στη νομοθεσία θέσπισης του ταμείου. Η συμμετοχή του Ταμείου σε τράπεζες θα είναι υποχρεωτική και θα ενεργοποιείται όταν δεν καλύπτονται οι ελάχιστες κεφαλαιακές απαιτήσεις και όταν δεν μπορεί να βρεθεί άλλη ιδιωτική λύση.
Αν τα πιστωτικά ιδρύματα δεν συγκεντρώνουν εγκαίρως κεφάλαια γαι την αποπληρωμή του ταμείου , εφαρμόζεται σχέδιο αναδιάρθρωσης τους υπό την αιγίδα του Ταμείου, κατ εφαρμογή των κοινοτικών κανόνων ανταγωνισμού και κρατικών ενισχύσεων.
Η νομοθεσία θέσπισης του Ταμείου θα προβλέπει ότι κατά την εκτέλεση των υπό του νόμου καθηκόντων τους, ούτε ο Διοικητής της ΤτΕ, ούτε κάποιο μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου θα αναζητήσουν ή λάβουν οδηγίες από την ελληνική κυβέρνηση ή από άλλο κρατικό φορέα.
Για την εκπλήρωση των στόχων του το Ταμείο θα έχει ορισμένες εξουσίες στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που έχει χρηματοδοτήσει, και οι οποίες θα ασκούνται μετά από διαβούλευση με την ΤτΕ. Η ΤτΕ και το Ταμείο θα νομιμοποιούνται για την μέγιστη δυνατή ανταλλαγή εμπιστευτικών πληροφοριών που ορίζει η κοινοτική νομοθεσία.
Τα πιστωτικά ιδρύματα θα καταβάλλουν μη σωρευτική αποζημίωση με βάση τους κανόνες της αγοράς, εκτός εάν η ανάλυση του σχεδίου αναδιάρθρωσης δικαιολογεί μία εναλλακτική προσέγγιση. Δεν θα καταβάλλουν μερίσματα ή εξοφλούν κουπόνια σε υβριδικό κεφάλαιο, εκτός αν είναι υποχρεωμένα εκ του νόμου να το κάνουν, κάτι που εφαρμόζεται στην περίπτωση κερδοφόρου πιστωτικού ιδρύματος (εν τούτοις το πιστωτικό ίδρυμα δεν θα επιτρέπεται να χρησιμοποιήσει αποθεματικά για να παρουσιάσει κέρδη).
Τέλος, κάθε σχέδιο αναδιάρθρωσης πρέπει να είναι σύμφωνο με τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων και να εγκριθεί με απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με στόχο να διασφαλιστεί ότι το πιστωτικό ίδρυμα θα ανακτήσει τη βιωσιμότητά του στο τέλος της περιόδου αναδιάρθρωσης, ότι θα επιτευχθεί ο επιμερισμός του κόστους ανάμεσα στους μετόχους και ότι θα περιοριστεί η στρέβλωση του ανταγωνισμού.
Αυτό μπορεί να οφείλεται στα ελληνικά ομόλογα, και επειδή είναι άγνωστο πότε θα λήξει αυτή η κατάσταση, οι ελληνικές τράπεζες θα «κουβαλούν» για άγνωστο χρονικό διάστημα αρνητικές υπεραξίες από το χαρτοφυλάκιο των κρατικών τίτλων τους. Οι τίτλοι αυτοί έχουν εικονική αξία 4ο δις ευρώ αφού αποτιμώνται με βάση το κόστος κτήσεως και όχι τις τρέχουσες τιμές. Σε αυτό το σημείο αξίζει να σημειωθεί ότι οι τράπεζες δεν μπορούν να απαλλαγούν από τα ομόλογα αφού είναι υποχρεωμένες να τα διακρατούν μέχρι τη λήξη τους, για να αποφύγουν την εγγραφή λογιστικών ζημιών, με αφαίρεση τους από ίδια κεφάλαια.
Εξαιτίας της ύφεσης στην οποία βρίσκεται η χώρα, όλα τα βασικά μεγέθη των τραπεζών τα επόμενα χρόνια βρίσκονται στο κόκκινο, οι επισφάλειες θα αυξηθούν ανεξέλεγκτα και οι καταθέσεις προβλέπεται ότι θα κινηθούν αρνητικά. Η ανάπτυξη του ελληνικού τραπεζικού συστήματος βασίζεται στις χορηγήσεις οι οποίες αναμένεται να μειωθούν. Ακόμα και αν εμφανίσουν κερδοφορία οι ελληνικές τράπεζες ένα μεγάλο μέρος της θα καταλήξει στην εφορία , αφού σύμφωνα με την «τρόικα» επεκτείνεται τουλάχιστον για τρία χρόνια η «επέκταση» της φορολογίας στις επιχειρήσεις με μεγάλη κερδοφορία. Στόχος είναι τα ετησία έσοδα να φτάσουν τουλάχιστον τα 600 εκατ. ευρώ και υπολογίζεται ότι το ένα τρίτο θα προέλθει από τις τράπεζες.
Το προσεχές διάστημα οι τράπεζες θα αντιμετωπίσουν προβλήματα κεφαλαιακής επάρκειας και δεν θα μπορούν να αντλήσουν από την αγορά για να αυξήσουν το κεφάλαιό τους. Επιπλέον θα έχουν να αντιμετωπίσουν σκληρή κηδεμονία από το ΔΝΤ, μέσω του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής σταθερότητας που πρόκειται να συσταθεί.
Το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας έχει θα συσταθεί με σκοπό να διατηρήσει τη σταθερότητα στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα χορηγώντας ίδια κεφάλαια σε περιπτώσεις σημαντικής συρρίκνωσης των κεφαλαίων. Τα ίδια κεφάλαια θα παρέχονται με τη μορφή προνομιούχων μετοχών, οι οποίες θα μετατρέπονται σε κοινές, σε επόμενο στάδιο και σομφών με κανόνες που θα εξειδικευθούν περαιτέρω στη νομοθεσία θέσπισης του ταμείου. Η συμμετοχή του Ταμείου σε τράπεζες θα είναι υποχρεωτική και θα ενεργοποιείται όταν δεν καλύπτονται οι ελάχιστες κεφαλαιακές απαιτήσεις και όταν δεν μπορεί να βρεθεί άλλη ιδιωτική λύση.
Αν τα πιστωτικά ιδρύματα δεν συγκεντρώνουν εγκαίρως κεφάλαια γαι την αποπληρωμή του ταμείου , εφαρμόζεται σχέδιο αναδιάρθρωσης τους υπό την αιγίδα του Ταμείου, κατ εφαρμογή των κοινοτικών κανόνων ανταγωνισμού και κρατικών ενισχύσεων.
Η νομοθεσία θέσπισης του Ταμείου θα προβλέπει ότι κατά την εκτέλεση των υπό του νόμου καθηκόντων τους, ούτε ο Διοικητής της ΤτΕ, ούτε κάποιο μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου θα αναζητήσουν ή λάβουν οδηγίες από την ελληνική κυβέρνηση ή από άλλο κρατικό φορέα.
Για την εκπλήρωση των στόχων του το Ταμείο θα έχει ορισμένες εξουσίες στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που έχει χρηματοδοτήσει, και οι οποίες θα ασκούνται μετά από διαβούλευση με την ΤτΕ. Η ΤτΕ και το Ταμείο θα νομιμοποιούνται για την μέγιστη δυνατή ανταλλαγή εμπιστευτικών πληροφοριών που ορίζει η κοινοτική νομοθεσία.
Τα πιστωτικά ιδρύματα θα καταβάλλουν μη σωρευτική αποζημίωση με βάση τους κανόνες της αγοράς, εκτός εάν η ανάλυση του σχεδίου αναδιάρθρωσης δικαιολογεί μία εναλλακτική προσέγγιση. Δεν θα καταβάλλουν μερίσματα ή εξοφλούν κουπόνια σε υβριδικό κεφάλαιο, εκτός αν είναι υποχρεωμένα εκ του νόμου να το κάνουν, κάτι που εφαρμόζεται στην περίπτωση κερδοφόρου πιστωτικού ιδρύματος (εν τούτοις το πιστωτικό ίδρυμα δεν θα επιτρέπεται να χρησιμοποιήσει αποθεματικά για να παρουσιάσει κέρδη).
Τέλος, κάθε σχέδιο αναδιάρθρωσης πρέπει να είναι σύμφωνο με τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων και να εγκριθεί με απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με στόχο να διασφαλιστεί ότι το πιστωτικό ίδρυμα θα ανακτήσει τη βιωσιμότητά του στο τέλος της περιόδου αναδιάρθρωσης, ότι θα επιτευχθεί ο επιμερισμός του κόστους ανάμεσα στους μετόχους και ότι θα περιοριστεί η στρέβλωση του ανταγωνισμού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου