Τρεις μέρες πριν από την πρεμιέρα της μεγαλύτερης θεατρικής παραγωγής του φετινού χειμώνα και μόλις τέσσερις μετά την ανακοίνωση του ανοίγματος των θεατρικών σκηνών, η Σύρμω Κεκέ νιώθει μια αγωνία, την οποία αντιλαμβάνομαι ήδη από το πρώτο μας τηλεφώνημα. «Έχω αϋπνίες αυτές τις μέρες» μου εξομολογείται καθώς κανονίζουμε να συναντηθούμε στα αγαπημένα της Εξάρχεια, όπου ζει για πάνω από μια δεκαετία. Η εξαιρετική θεατρική ηθοποιός, που αριθμεί πάνω από 40 παραστάσεις την τελευταία εικοσαετία, ετοιμάζεται να βρεθεί στη σκηνή του Παλλάς για το «Τρίτο Στεφάνι» του Κώστα Ταχτσή που αναβιώνει ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, και το μέγεθος της παραγωγής, σε συνδυασμό με το όλο κλίμα αβεβαιότητας που επικρατεί, είναι μάλλον λογικό να την επηρεάζουν. Έχει προηγηθεί, ωστόσο, ένας εξαιρετικός χειμώνας για εκείνη, με δύο μεγάλες τσεχοφικές επιτυχίες για τις οποίες απέσπασε ενθουσιώδη σχόλια: τον «Θείο Βάνια» της Μαρίας Μαγκανάρη και τις «Τρεις Αδελφές» του Δημήτρη Καραντζά – που διέκοψαν άρον-άρον πριν από το lockdown. Και μετά ήρθαν τα πάνω-κάτω. Απαιτείται άλλη ενέργεια, το πώς θα σταθείς, ακόμα και το ποστάρισμα της φωνής, το πώς θα χρησιμοποιήσεις το σώμα σου, απευθύνεσαι εν δυνάμει σε 1.500 ανθρώπους. Μιλάμε για μια τεράστια παραγωγή. Πρέπει σε αυτό το πολυπληθές πράγμα, με τις εικόνες, τις πληροφορίες, τις μουσικές, να βρεις τον τρόπο σου να υπάρξεις.
«Είχα κανονίσει πολύ διαφορετικά πράγματα, που ακυρώθηκαν όλα. Είχα πει "όχι" αρχικά στον Κωνσταντίνο» παραδέχεται. «Όταν ξαφνικά έμεινα χωρίς δουλειά, θα μπορούσε να μου πει εκείνος "όχι". Τελικά βρέθηκα να είμαι στο "Τρίτο Στεφάνι". Είναι μια πολύ διαφορετική συνθήκη από αυτές που έχω συνηθίσει. Με τον Κωνσταντίνο είχαμε δουλέψει παλιότερα στην "Ορέστεια" του Χουβαρδά και γνωριζόμασταν από εκεί, είχαμε κάνει και αρκετή παρέα τότε. Περιμένοντας να ξεκινήσουμε, είχα μια αγωνία για το πώς θα υπάρξω εγώ εκεί.
Έχει μεγάλο ενδιαφέρον για μένα αυτό που κάνουμε, και είναι πολύ απαιτητικό. Είναι θέατρο, αλλά έχει άλλους κανόνες, θέλει άλλα εργαλεία. Είναι διαφορετικό από το να είσαι στο Bios, ακόμα και στο Βεάκη, που είναι μια μεσαία κατάσταση. Το Παλλάς απαιτεί θεάματα». Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LiFO Τι το διαφορετικό αντλεί, δηλαδή, από την ερμηνευτική της μέθοδο η μεγάλη σκηνή του Παλλάς; «Πρέπει να κάνεις μεγάλες κινήσεις, για να σε δουν, που μπορεί να μη σου φαίνονται φυσιολογικές. Απαιτείται άλλη ενέργεια, το πώς θα σταθείς, ακόμα και το ποστάρισμα της φωνής, το πώς θα χρησιμοποιήσεις το σώμα σου, απευθύνεσαι εν δυνάμει σε 1.500 ανθρώπους. Μιλάμε για μια τεράστια παραγωγή. Πρέπει σε αυτό το πολυπληθές πράγμα, με τις εικόνες, τις πληροφορίες, τις μουσικές, να βρεις τον τρόπο σου να υπάρξεις. Εκτός από την Επίδαυρο και τα "Παντρολογήματα", όπου είχα βρεθεί με τον Μπέζο σε περιοδεία, δεν έχω ξαναπαίξει σε κάτι που απευθύνεται σε τόσο πολύ κόσμο. 25.8.2017 Κώστας Ταχτσής: ο συγγραφέας του Τρίτου Στεφανιού, ένας ιδιοφυής και αντισυμβατικός άνθρωπος Ευτυχώς όλη η ομάδα είναι εξαιρετική. Σε αυτές τις συνθήκες, ακόμα κι ένας να βρισκόταν να το διαλύει, θα είχαμε κλατάρει. Ο Κωνσταντίνος έκανε πολύ καλή δουλειά στην επιλογή του θιάσου. Ξέρεις, όσο μεγαλώνω, θέλω να δουλεύω με ανθρώπους που σέβονται ο ένας τον άλλο και να υπάρχει υγεία.
Τίποτ' άλλο. Όχι νοσηρές καταστάσεις και φιλοδοξίες που δεν μπορώ να διαχειριστώ». Πώς είναι όμως για έναν έμπειρο θεατράνθρωπο η συνθήκη των προβών με μάσκες, την οποία, όπως είδαμε από τις προωθητικές φωτογραφίες που κυκλοφόρησαν το καλοκαίρι, ο θίασος του «Στεφανιού» τήρησε αυστηρά; «Είναι διπλή και τριπλή η κούραση. Το κάνουμε για να μπορέσουμε να δουλέψουμε και να συνεχιστεί η δουλειά μας. Και το κάνουμε γιατί, εκτός από εμάς, που είμαστε 20 άτομα επί σκηνής, υπάρχουν ακόμα 70 που περιμένουν να ανέβει αυτή η παραγωγή. Οπότε σταματάς να γκρινιάζεις, βάζεις τη μασκούλα σου και κάνεις πρόβα. Κάναμε τεστ, κάνουμε θερμομέτρηση καθημερινά, το αντέξαμε και ελπίζουμε ότι όλα θα πάνε καλά.
Το ίδιο και χειρότερα είναι για τους γιατρούς, για ένα κάρο ανθρώπους, για την κοπέλα που μας σερβίρει τώρα. Απλώς επειδή το θέατρο έχει ένα πολύ αθλητικό κομμάτι μέσα του, είναι πολύ δύσκολο να τρέχεις πάνω-κάτω, να μιλάς και να πρέπει να φοράς μάσκα. Ελπίζω ότι δεν θα συνεχιστεί για πολύ καιρό». Η Σύρμω Κεκέ υποδύεται στο «Τρίτο Στεφάνι» την ψυχοκόρη της Νίνας, τη Μαριέτα, Φωτο: Ελίνα Γιουνανλή Με τη Μαρία Καβογιάννη (Εκάβη, αριστερά) και τη Μαρία Κίτσου (Νίνα, δεξιά). Φωτο: Ελίνα Γιουνανλή Η Σύρμω υποδύεται στο «Στεφάνι» την ψυχοκόρη της Νίνας, τη Μαριέτα, και κάνει κάποια ακόμα μικρότερα περάσματα, όπως και οι περισσότεροι από τους ηθοποιούς, πέρα από τις πρωταγωνίστριες, τη Μαρία Κίτσου-Νίνα και τη Μαρία Καβογιάννη-Εκάβη. Συνολικά, επί σκηνής, στην αρχική τουλάχιστον βερσιόν του έργου, πριν από τα αναγκαστικά «κοψίματα» για τον περιορισμό της διάρκειας (μην ξεχνάμε ότι, σύμφωνα με τις υγειονομικές οδηγίες, η παράσταση δεν μπορεί να έχει διάλειμμα, οπότε προσπάθησαν να περιορίσουν τη διάρκεια στις δυόμισι καθαρές ώρες), περνούν 80 διαφορετικοί χαρακτήρες, σε αυτό το ανεπανάληπτο μωσαϊκό της μεσοπολεμικής και κατοχικής Ελλάδας που συνέθεσε ο Ταχτσής. 11.10.2016 Σμιλεύοντας την υποταγή: Η ιστορία των Ελληνίδων υπηρετριών όπως θα 'πρεπε να ειπωθεί «Η Μαριέτα είναι ένα πρόσωπο της οικογένειας, όπως υπήρξαν τα κορίτσια που έρχονταν από την επαρχία και γίνονταν μέρος τους, τις προίκιζαν, τις πάντρευαν. Οι ψυχοκόρες ήταν ένα στοιχείο πολύ χαρακτηριστικό της μικροαστικής Ελλάδας του προηγούμενου αιώνα.
Τώρα που μιλάμε, θυμήθηκα ότι η νονά μου, η αδερφή του παππού μου, υπήρξε ψυχοκόρη, και μου έλεγε ότι, μεταξύ άλλων, αυτό που της είχε συμβεί ήταν ότι στον ύπνο της την κούρεψαν, της έκοψαν τις κοτσίδες της, για να μην είναι "χωριάτισσα"». Γιατί όμως το συγκεκριμένο έργο ασκεί τόση μεγάλη γοητεία στους Έλληνες; Είναι η ίδια η μοναδική γραφή του Ταχτσή ή και ο μύθος που τον περιβάλλει, που το ανέδειξαν σε κομβικό στοιχείο της ελληνικής λογοτεχνίας; «Δεν το είχα διαβάσει» μου απαντά η Σύρμω. «Εντελώς τυχαία, πριν πω το ναι στον Κωνσταντίνο, μου έλεγε η Μαγκανάρη ότι ξεκίνησε να το διαβάζει. Όταν συμφώνησα, ανακάλυψα πόσο φανταστικό είναι. Δεν είχα δει τα προηγούμενα ανεβάσματα ή τη σειρά, δεν τη θυμάμαι, ακόμα κι αν την είχα δει. Είναι καλή λογοτεχνία. Είναι τόσο σημαντικό γιατί είναι αυθεντικός ο πυρήνας του. Το να κάνεις ρεαλισμό, με αυτό τον τρόπο, δεν ήταν αυτονόητο την εποχή που γράφτηκε, αυτή η γλώσσα, η μη ωραιοποίηση των πραγμάτων, η βία... Όταν άκουγα "Τρίτο Στεφάνι" φανταζόμουν πάντα ηθογραφία. Είναι ένας καμβάς, ένα παλίμψηστο χωρίς τελειωμό. Τα πρόσωπα είναι άπειρα». «Νιώθω ότι δεν κοστίζει ιδιαίτερα σε αυτή την κυβέρνηση εάν εμάς μας κλείσει. Δεν είναι μεγάλο το πολιτικό κόστος, γι' αυτό δεν μπαίνουν και πολύ στον κόπο». Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LiFO Ωστόσο, η νέα επεξεργασία του Μαρκουλάκη τι έχει αλλάξει σε σχέση με το αρχικό υλικό; «Έχει γίνει δυστυχώς πολύ κόψιμο, δεν γινόταν αλλιώς. Στεναχωριόμαστε που φεύγουν πρόσωπα. Βασικό στοιχείο της διασκευής είναι ότι τελειώνει λίγο μετά τον θάνατο της Εκάβης». 14.9.2020 Πρώτες εικόνες από το «Τρίτο Στεφάνι» σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη Τι έχει λοιπόν να πει το «Τρίτο Στεφάνι» σε έναν νέο θεατή που δεν έχει επαφή με την ουσία του έργου; Τι είναι αυτό που το κάνει τόσο διαχρονικό; «Θα σου πω κάποιες ατάκες που το φωτίζουν. Όταν μπαίνουν οι Γερμανοί στην Αθήνα και γίνονται βομβαρδισμοί, ξεκινούν οι σειρήνες, κι ενώ είμαστε σε πανικό, η Εκάβη θέλει να πει τα δικά της. Η Νίνα τη ρωτά: "Μα, δεν φοβάσαι;". Κι εκείνη απαντά: "Πόλεμος είναι, θα περάσει". Άλλη μία ατάκα λέει προς το τέλος ότι "Η ζωή είναι ένας στρόβιλος και ευτυχία είναι να αγαπάς τον στρόβιλο".
Αυτά είναι το έργο. Μας συμβαίνει ό,τι μας συμβαίνει τώρα, δεν κοιμόμαστε τα βράδια, μετά θα έρθει κάτι χειρότερο ή καλύτερο και θα το ξεχάσουμε. Τον βομβαρδισμό του Πειραιά, ας πούμε, στον οποίο αναφέρεται το έργο, τον ξέρω από αφηγήσεις, επειδή η γιαγιά μου έχασε τη μητέρα της τότε, η οποία αποκεφαλίστηκε από βόμβα που έπεσε στο σπίτι. Αυτές οι συνδέσεις είναι πολύ βαθιές. Αν κάποιος άνθρωπος από άλλη χώρα το διαβάσει, μπορεί να μην το καταλάβει. Έχει να κάνει με τη συλλογική μνήμη». Πάντως, η προπώληση για το «Τρίτο Στεφάνι» δείχνει ενθαρρυντική, με τις παραστάσεις του προηγούμενου τριημέρου να ανεβαίνουν sold-out και τις προσεχείς ημέρες να ακολουθούν σε παρόμοια πορεία – ακόμα κι αν μιλάμε για το 30% της πληρότητας του τεράστιου Παλλάς. Άραγε, αυτή η εικόνα είναι ενδεικτική για τη διάθεση μιας μερίδας του κοινού να επιστρέψει στις θεατρικές αίθουσες; Εν ολίγοις, υπάρχει ελπίδα για το θέατρο τον δύσκολο χειμώνα που ξεκινά; «Τον βομβαρδισμό του Πειραιά, ας πούμε, στον οποίο αναφέρεται το έργο, τον ξέρω από αφηγήσεις, επειδή η γιαγιά μου έχασε τη μητέρα της τότε, η οποία αποκεφαλίστηκε από βόμβα που έπεσε στο σπίτι. Αυτές οι συνδέσεις είναι πολύ βαθιές. Έχει να κάνει με τη συλλογική μνήμη». Φωτο: Ελίνα Γιουνανλή «Όταν τυχαίνει να δίνω συνεντεύξεις προσπαθώ να είμαι ειλικρινής και να έχουν μια χρησιμότητα αυτά που λέω, γιατί πάντα αναρωτιέμαι αν υπάρχει κάποιος λόγος να μιλήσω εγώ για κάτι» αναφέρει η Σύρμω. «Οι αναγγελίες μας βρήκαν σχεδόν διαλυμένους. Κάνουμε όλο αυτό τον καιρό πρόβες σε τραγική ανασφάλεια, με πολύ δύσκολες συνθήκες, σε μια ούτως ή άλλως δύσκολη παράσταση. Είναι τρομερό να πρέπει να βγάλεις όλη τη μέρα με σκληρή δουλειά και να μην ξέρεις αν αυτό που κάνεις θα φτάσει στον σκοπό του, αν θα έχεις δουλειά. Κάποιοι χάνουν περιουσίες, άλλοι έχουν να φροντίσουν παιδιά, ο καθένας έχει το προσωπικό του βάρος. 15.6.2019 O εκρηκτικός αθηναϊκός λόγος του Κώστα Ταχτσή Τους μήνες της καραντίνας εγώ μπόρεσα να έρθω πιο κοντά με τον σύντροφό μου, ξεκουράστηκα μετά από χρόνια, με όλα τα οικονομικά άγχη, βέβαια, γιατί ζω από τη δουλειά μου και δουλεύω για να ζω.
Το βασικό μου θέμα είναι πώς στέκομαι σε όλο αυτό που συμβαίνει, πώς μπορώ να βοηθήσω τη δουλειά μου, τους συναδέλφους μου και πώς πρέπει να πορευτούμε από εδώ και πέρα. Τις προάλλες, μέσα στην απελπισία τού αν θα ανέβουμε ή όχι, αρχίσαμε να συζητάμε αν θα κάνουμε live streaming, μήπως πρέπει να το δούμε αλλιώς. Ακούω και διαβάζω ότι αυτές είναι οι νέες συνθήκες και ότι πρέπει να προσαρμοστούμε. Όμως το θέατρο απαιτεί επαφή, όλους εμάς απέναντι στους ανθρώπους που ντύνονται, πληρώνουν εισιτήριο και κάνουν τον κόπο να έρθουν να μας δουν. Απαιτεί σώματα. Νιώθω ότι όλο αυτό έχει να κάνει με το να καταφέρει να επιβιώσει το θέατρο οικονομικά. Μπορεί να κάνω λάθος, αλλά δεν έχει να κάνει με την ουσία του θεάτρου. Μπορούμε να το εξελίξουμε το live streaming και τη σκηνοθεσία του, αλλά εμένα προσωπικά αυτό με στενοχωρεί. Θα ήθελα να προσπαθήσει η υπουργός Πολιτισμού και όλοι οι αρμόδιοι να φροντίσουν πραγματικά ώστε το θέατρο να καταφέρει να συνεχίσει. Ακόμα και οι ανακοινώσεις που γίνονται για επιδοτήσεις δεν ξέρω ποιους πραγματικά ωφελούν. Το να ενισχύεις την παραγωγή, ναι, σημαίνει ότι θα έχω κι εγώ δουλειά. Αλλά τώρα ξαφνικά ανακάλυψαν όλοι ότι δουλεύουμε με απλήρωτες πρόβες και λένε πως πρέπει να πολεμήσουμε; Όταν καταργήσανε τις συλλογικές συμβάσεις δεν είδα να θέλουν να μας βοηθήσουν. Τα μέτρα που έχουν εξαγγελθεί καλό θα ήταν να τα είχαν σκεφτεί νωρίτερα για να μπορούσαν και μικρότεροι θίασοι να λειτουργήσουν. Νιώθω ότι δεν κοστίζει ιδιαίτερα σε αυτή την κυβέρνηση εάν εμάς μας κλείσει. Δεν είναι μεγάλο το πολιτικό κόστος, γι' αυτό δεν μπαίνουν και πολύ στον κόπο». Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου