Σελίδες

ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

ο καιρός

Πέμπτη 29 Απριλίου 2010

Το απαγορευμένο.

Δεν θα ήταν 9 το βράδυ, περπατώντας στην Αμοργό μονάχος και χωμένος απο τρέλα σε όλα τα στενά, αναζητώντας λίγη χαρά, σε συνάντησα. Ηθελα να φωνάξω, σαν να θές να σπάσεις απο γέλια και χαρά μαζί, σαν να θες να κλάψεις αφού κάτι μπροστά σου δεν μπορεί να σου συμβαίνει. Καθόσουν όρθια με ένα πόδι στον τοίχο και το άλλο λυγισμένο. Μπροστά υπήρχε ο κόκκινος ήλιος και η θάλλασα.



Έτρεξα προς εσένα. Δεν με ενδιέφερε πια αν θα φαινόμουν χαζός και μωρός. Οταν έφτασα δύο βήματα μακριά σου σταμάτησα ακαριαία, ήθελα να σιγουρευτώ πως είσαι αγγελούδι απο ένα μεγάλο όνειρο. Γύρισες, έλαμπες. Άρχισα να γελώ, και γέλασες και εσύ, δυνατά με μεγάλη αυτοπεποίθηση και τρέλα.

Το βράδυ ήταν δικό μας. Σε πήρα απο το χέρι, χωρίς να ρωτήσω πως σε λένε, δεν ήθελα να το μάθω. Χορεύαμε στον δρόμο, περνώντας απο πλήθη, κόσμο και απόκοσμο, γεμίζοντας ενέργεια την σαπίλα τριγύρω μας. Μας ζήλευαν, ήμασταν σαν αγαπημένοι απο αιώνες, μα στην πραγματικότητα μόλις σε είχα πρωτοδεί.

Περάσαμε μέσα απο ήχους, στιγμές και εικόνες. Ήταν όλα δικά μας, και αυτό μας τάραζε. Έπρεπε να σε γευτώ, να σε κάνω δικιά μου, οι σκέψεις μου είχαν τρελαθεί. Μόλις ολοκλήρωσα μια μικρή φαντασίωση μέσα μου φτάσαμε στην άκρη του λιμανιού, περάσαμε και ενα μικρό θαλάσσιο δρομάκι και ήμασταν έξω απο τον φάρο, που φώτιζε όσα ο ήλιος είχε βαρεθεί να φωτίζει.
Σε έπιασα απο τα μαλλιά, απο πίσω, σαν να ήσουν μοναδικά δικιά μου. Σε σπρωξα στον στρογγυλό τοίχο του φάρου, και άρχισα να σε φιλάω με πάθος. Φίλούσες μοναδικά, και το είχες καταφέρει γιατί απλά σκεπτόσουν μονάχα εμένα, μονάχα την φαντασίωση που τόσο καιρό είχαμε στις ψυχές μας κλειδωμένη. Η ανάσα σου ήταν μουσική και μάλιστα τόσο δυνατή που άρχισα να χτυπιέμαι, χορεύοντας στον ρυθμό μας.

Έπεσα κάτω, σταμάτησαν όλα… κοίταξα ψηλά, σκέφτηκα πως ζω ένα ψέμα και τότε άρχισε να ψιχαλίζει. Έκλαιγα, ήταν όλα πραγματικά! Έτρεξα και σε έπιασα στην αγγαλιά μου, και στριφογύριζα γρήγορα γύρω απο τον άξονα μας, στην ταχύτητα του φάρου και στον ρυθμό της καρδίας μας. Φίλησα το δεξί σου στήθος, ήταν δικό μου, απερίγραπτα δικό μου. Έσφιξες το χέρι μου… Σήκωσα το κεφάλι ψηλά, όσο με έγδυνες με τα δόντια σου και την γλώσσα σου. Κάναμε χυδαίο έρωτα, για μονάχα μερικά λεπτά, τόσο χυδαίο που ευχόμουν να μας βλέπανε όλοι εκείνη την στιγμή, να σταματήσουν να φοβούνται τις ορμές τους.

Γυμνοί, κοιταχτήκαμε… και αφού μια ανάσα βγήκε απο τα στήθη μας πιαστήκαμε απο τα χέρια, τρέξαμε και βουτήξαμε στην θάλασσα που ήταν σκοτεινή και γεμάτη μυστήριο. Μου έδειξες τον βυθό, πάντα κοιτώντας με για να δείς μήπως φοβάμαι και κρατώντας το χέρι μου. Μετά απο μερικά λεπτά, έιχαμε φτάσει πολύ βαθιά πλέον, βρήκαμε εναν καθρέφτη απο κάποιο ναυάγιο. Πήγαμε να κοιταχτούμε, μα στον καθρέφτη δεν φαινόσουν εσύ.

Χάθηκαν τα πόδια μου, σε είχα δίπλα μου, σε ένιωθα μα δεν μπορούσε ο καθρέφτης να μου επιβεβαιώσει πως υπάρχεις. Σίμωσα, και είδα να είναι γραμμένο με σκόνη ” Έρωτας “. Ήταν γραμμένο στην πλευρά σου, εκεί που θα έπρεπε να υπάρχεις εσύ. Μου άφησες το χέρι, και με πήρε η άνωση και το νερό και με ανέβασε ψηλά.
Προσπάθησα να σε ξαναβρώ, μα δεν τα κατάφερα έρωτα μου…

Αλέξανδρος Φίλος.
www.alexfilos.com

Δεν υπάρχουν σχόλια: